Πετώντας ψηλά, έχεις αίσθηση της τρίτης διάστασης, και της καμπυλότητας του χώρου. Με πανοραμική άποψη παρακολουθείς τα γεγονότα στο βάθος του χώρου και του χρόνου.

Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2018

Ελληνική γλώσσα και αποδόμηση


Στην «υπερμοντέρνα» παιδαγωγική, η γλώσσα είναι εργαλείο που κατασκευάζει ή ανασκευάζει ο άνθρωπος για να συνεννοείται με τους άλλους. Ένας κώδικας επικοινωνίας γραμμάτων συμβόλων, όπως οι πινακίδες της τροχαίας και οι οδηγίες χρήσης ηλεκτρικών συσκευών. 

Σταχυολόγηση στοιχείων άρθρου του Δ. Ν. Γιαννάτου στο περιοδικό «Άρδην» 107-108, Φεβρουάριος – Ιούνιος 2017

Συχνά η συζήτηση γύρω από την ελληνική γλώσσα και την επίθεση που δέχεται από τις μεταρρυθμίσεις του Υπουργείου Παιδείας εκτρέπεται σε ανορθολογικά σενάρια ή θεωρίες συνομωσίας.

Οι προφήτες – συνωμοσιολόγοι παρέχουν επιχειρήματα στους μηδενιστές και αποδομητές κάθε εθνικού πολιτισμού, ώστε να διαστρεβλώνουν και να συκοφαντούν κάθε προσπάθεια κριτικής, αντιλόγου και πνευματικής αναγέννησης της παιδείας.   

Το ζήτημα όμως τοποθετείται σε εντελώς αυτονόητη βάση αρκεί να λάβουμε υπόψη ορισμένα ορθολογικά επιστημονικά δεδομένα και φιλοσοφικές εξελίξεις. 

Για παράδειγμα τα βιβλία του Δημοτικού των παιδιών μας αναφέρονται απλώς ως βιβλία «Γλώσσας», σε αντικατάσταση παλιότερων «Αναγνωστικών Νεοελληνικής Γλώσσας».

Η γλώσσα λοιπόν είναι μια ουδέτερη έννοια, «ορφανή», που δεν συνδέεται με έναν πολιτισμό με μία ρίζα. Παραπέμπει περισσότερο στην εκμάθηση μιας τεχνικής, ενός κώδικα επικοινωνίας, σε αναλογία με τεχνικά εγχειρίδια που σε μαθαίνουν χρηστικές λειτουργίες για να φτάσεις σε πρακτικό αποτέλεσμα.

Στην «υπερμοντέρνα» παιδαγωγική, η γλώσσα είναι εργαλείο που κατασκευάζει ή ανασκευάζει ο άνθρωπος για να συνεννοείται με τους άλλους. Ένας κώδικας επικοινωνίας γραμμάτων συμβόλων, όπως οι πινακίδες της τροχαίας και οι οδηγίες χρήσης ηλεκτρικών συσκευών. 

Σε αυτήν την εξέλιξη προστίθεται και η σταδιακή απάλειψη του επιθέτου «Εθνικός» από το Υπουργείο Παιδείας, ανάλογο με την απάλειψη του ουσιαστικού «Ελλάδος» (στοιχείου προσδιοριστικού ενός πολιτισμού), από πολλούς φορείς.    

Η γλώσσα εκτός από κώδικας επικοινωνίας συνδέεται με την ιστορική εξέλιξη των πολιτισμών, σημαίνει υλικά και πνευματικά γεγονότα που συντελούνται και επηρεάζεται από τη γεωμορφολογία και το κλίμα του πλανήτη.

Η σύγχρονη επιστήμη όμως μετακινεί το ενδιαφέρον στην νευροφυσιολογία και τη γλωσσολογία.

Με αυτήν την έννοια, τα παιδιά μας μαθαίνουν την κατάλληλη γλώσσα για μια παγκόσμια εκπαίδευση, αλλά τη χείριστη για τη διατήρηση του ελληνικού πολιτισμού.

Η αποδόμηση

Ο όρος «αποδόμηση» υπερτονίστηκε τη δεκαετία του ’60 από τον Γάλλο φιλόσοφο Ζακ Ντεριντά και εξαπλώθηκε στη φιλοσοφία, λογοτεχνία και τις κοινωνικές επιστήμες.

Στη λογοτεχνία και τις τέχνες προκρίνει την αυτονομία της γλώσσας και του κειμένου, ανεξάρτητα από το δημιουργό του ή έναν πολιτισμό.    

Το νόημα είναι ελεύθερο και ακαθόριστο, οι λέξεις φαινομενικά ασύνδετες. Το ίδιο το κείμενο «αποσυναρμολογεί» τον εαυτό του. Το νόημα του κειμένου δεν έχει όρια.

Ας θυμηθούμε τα βιβλία μας με τη λογική της πολυθεματικότητας και τα διαφορετικά θέματα στην ίδια ενότητα, ασύνδετα μεταξύ τους.

Η γλώσσα λοιπόν είναι αυθαίρετη και «ελεύθερη», για τους αποδομητές. Δεν μπορεί, επομένως να είναι ελληνική, γαλλική, κτλ γιατί έτσι περιορίζεται η ελευθερία της καθώς συνδέεται με μια ουσία που έρχεται από τα παλιά και έτσι την περιορίζει. Και ό,τι έρχεται από παλιά είναι παράδοση που φυλακίζει τη γλώσσα, δεν την εξελίσσει. Και στο πολιτικό επίπεδο δεν είναι μια «δημοκρατική» γλώσσα, αλλά μια γλώσσα εθνική σε ταύτιση με τον εθνικισμό, η οποία εμποδίζει την επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων.

Την αυτονομία της γλώσσας ανέπτυξε ο Γάλλος Ρολάν Μπάρτ, κριτικός, φιλόσοφος, γλωσσολόγος και σημειολόγος, όταν το 1968 έγραψε το κείμενο «ο θάνατος του συγγραφέα». Εκεί διαχωρίζει το «έργο» που γράφει ο συγγραφέας από το «κείμενο» που γράφει η ίδια η Γλώσσα ως αυθαίρετη και αυτόνομη που εξελίσσεται.       

Ο συγγραφέας μετατρέπεται σε «γραφέα» που αναλαμβάνει να γράψει σε λέξεις και κείμενο το πνεύμα της Γλώσσας το οποίο προϋπάρχει στην αιώνια δομή της.

Ο συγγραφέας μεταμορφώνεται σε «χέρι αποκομμένο από οποιαδήποτε φωνή, φερόμενο από μια καθαρή κίνηση εγγραφής (όχι έκφρασης), ένα χέρι που χαράσσει ένα πεδίο χωρίς προέλευση.

Ο γραφέας δεν έχει σχέση με το κείμενό του, ενώ δεν αναγνωρίζεται καμία ιστορική συνέχεια και παρελθόν του κειμένου. Είναι ένας χρόνος «εδώ και τώρα».

Ο Ρολάν Μπάρτ βέβαια το 1971 αναθεώρησε τα λεγόμενά του, μιλώντας για «συμφιλιωτική επιστροφή του συγγραφέα» και έφτασε να θεωρεί τη λογοτεχνία «έκφραση της ψυχής του συγγραφέα». Φυσικά οι σύγχρονοι σχεδιαστές της εκπαίδευσης συνεχίζουν να γοητεύονται με εφηβικό τρόπο από την αποδόμηση αυτή.

Όταν όμως ένα σχολικό βιβλίο δεν έχει μια οργανική ενότητα με έναν συνεκτικό πολιτισμό, όταν απομακρύνεται από την ουσία της πολιτισμικής και κοινωνικής εξέλιξης της γλώσσας, για χάρη μιας ψυχαναγκαστικής εμμονής για δήθεν απελευθέρωση της γλώσσας, οδεύει σε μια πανσημία μηνυμάτων, όπου όλα μπορούν να σημαίνουν τα πάντα, δηλαδή μηδέν και τίποτα.    

Η αποδόμηση συνδέεται με την έννοια της «αυτοποίησης» (αυτονομία, αυτοοργάνωση, αυτοαναπαραγωγή). Εισήχθη ως ορισμός από τους Χιλιανούς βιολόγους Ουμπέρτο Ματουράνα και Φρανσίσκο Βαρέλα το 1973.

Ένα αυτοποιητικό σύστημα είναι ένα ιεραρχημένο αυτοοργανωμένο σύστημα, τα μέρη του οποίου σε συνεχή κύκλο καταστρέφουν και αναδημιουργούν τον ίδιο τον εαυτό, για να διατηρήσουν σταθερή την κατάστασή τους, παρά τις περιβαλλοντικές μεταβολές.

Στις κοινωνικές επιστήμες σύμφωνα με τον Γερμανό κοινωνιολόγο Νίκλας Λούμαν, τα αυτοοργανωμένα συστήματα δεν αποτελούνται από άτομα ή ρόλους ή δράσεις, αλλά τα συστατικά τους στοιχεία συγκροτούνται από νοηματικές επικοινωνιακές σχέσεις.

Στα βιβλία μας απλά θα το περιγράφαμε σαν «αφήστε το σύστημα της γλώσσας να λειτουργήσει μόνο του και να αναπαραχθεί, μακριά από εξωτερικές παρεμβάσεις» (δασκάλους, ιστορική συνέχεια, εθνικούς πολιτισμούς κλπ).

Το υπαρκτό γεγονός ότι ο άνθρωπος, όντως, αν όχι κατασκευάζει σίγουρα συν-κατασκευάζει (συνδιαμορφώνει) τη ζωή του, καταλήγει σε μια ιδεοληπτική πεποίθηση, ότι όλα μπορεί να τα κατασκευάσει ο άνθρωπος, αρκεί να μηδενίσει ό,τι ήξερε και να κάνει μια νέα ανθρωπολογική αρχή.

Αυτό είναι η άλλη όψη της απόλυτης ανελευθερίας. Ο πλουραλισμός του ατομικισμού δεν είναι πλουραλισμός, αλλά ένα νέο αντιανθρώπινο δόγμα: «Ναι σε όλα μέσα σε τίποτα».

Μέσα σε αυτό το πεδίο διαμορφώνεται η εκπαίδευση στις μέρες μας. Είναι η εναγώνια προσπάθεια του σύγχρονου ανθρώπου να δημιουργήσει το νέο πολιτισμό χωρίς όμως να έχει σαφή πυξίδα και σαφή πολιτισμικό προσανατολισμό.

Τα ερωτήματα είναι πολλά και σοβαρά.

Θεωρούμε πρόοδο και ελευθερία το ανθρωποποιημένο ρομπότ και τον μηχανοποιημένο άνθρωπο?

Η επικοινωνία των ανθρώπων θα επιτευχθεί με την κατασκευή μιας κοινής μεταγλώσσας – εργαλείου, πετώντας στον εκμηδενισμό των γλωσσών και του ιδιαίτερου πολιτισμού των λαών?

Σε αυτή την συγκυρία ο ελληνικός πολιτισμός είναι ήδη μεταμοντέρνος επειδή μπόρεσε να γεννήσει και να συγκεράσει πολλές από τις έννοιες που αναφέρουμε. 

Η υπεράσπιση της ελληνικής παιδείας αποτελεί στοιχείο κυριολεκτικά επιβίωσης και όραμα διεξόδου στους νέους καιρούς. Ιδιαίτερα σε μια πατρίδα όπου η ιστορία, η γλώσσα μας, ως πλούσια φιλοσοφική και εννοιολογική επικοινωνία, και η σύνθεση των ιδεών, αποτελούν ταυτοτικό χαρακτηριστικό της και τρόπο θέασης και ανάλυσης του κόσμου.   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου